Eρχόταν με πόνο. Σχεδόν με τρόμο.
Πρώτη φορά που ήρθε λιποθύμησε. Τη σήκωσαν μ’ ένα χαστούκι. Έκτοτε κάθε μήνα έτρεμε τις μέρες εκείνες. Σταματούσε η ζωή, κλεινόταν και πονούσε. Πονούσε φριχτά, στην αρχή σφάδαζε, τηλεφωνούσε στη μάνα να αφήσει τη δουλειά να γυρίσει να την κρατά, να της βάζει το χέρι στην κοιλιά για να ανασαίνει. Μετά συνήθισε κάπως, το πήρε απόφαση. Κατέβαζε τα χάπια, αλλά πάλι κοβόταν στα δύο. 22 χρόνια.
Βρεθήκαμε όπως βρίσκονται οι άνθρωποι όταν έρχεται η ώρα.
‘Ήρθε και αρχίσαμε να λύνουμε το κουβάρι. Μπλεγμένο κόκκινο κουβάρι. Είχε τυλίξει σφιχτά τις μέρες της, τις είχε κλείσει σ’ ένα σύννεφο γεμάτο φόβο. Το πρόσωπό της είχε μια έκφραση βαθύ γκρι, σα να κοιτάς κατάματα πυκνή ομίχλη. Θολές κυλούσαν οι ώρες, κλειστές, στο σπίτι στον καναπέ, από το πατρικό στο σύντροφο στη δουλειά και πίσω η διαδρομή, λίγα τετράγωνα δηλαδή, έξω από αυτό απαγορευμένη ζώνη. Ο φόβος είχε κυλήσει στη ζωή όπως κυλά το νερό, είχε απλώσει παντού.
‘Ένα γέλιο ξεπήδησε ορμητικό με τις πρώτες βελόνες. Γάργαρο γέλιο, κελαρυστό, με μια ορμή και καθαρότητα νερού πηγής που της φράζει το δρόμο μια πέτρα. Γελούσε δυνατά, γελούσε και δεν καταλάβαινε γιατί, πώς γίνεται εκείνη να γελά, τι είναι αυτό που συμβαίνει, δε μπορούσε όμως να αντισταθεί, σαν κάτι να της γαργαλούσε το σώμα. Ησύχασε το γέλιο σιγά σιγά, μαλάκωσε κοντά της και γαλήνεψε.
Εικόνες άρχισαν να έρχονται στις θεραπείες. Εικόνες από δάση, δέντρα ψηλά, άλογα, χώμα, θραύσματα μνήμης. Η δύναμή της κατοικούσε στα ψηλά βουνά, στα παιδικά της χρόνια. Θυμήθηκε. Το σώμα βίωνε την ασφάλεια, μέσα από την ασφάλεια έβρισκε τη δύναμη να διανύσει όλη την απόσταση προς τον φόβο, και πάλι πίσω ξανά στην εσωτερική φωλιά. Ζωγράφισε ένα λουλούδι στο σπίτι, το λουλούδι της ανθισμένο. Με ασημένιο στυλό σε μαύρο φόντο, σαν το όνομά της. Ζωγράφισε την άνθισή της που ερχόταν.
Φώς άρχισε να μπαίνει στο σύννεφο. Άνοιγε τη διαδρομή της, τολμούσε, καθάριζε το βλέμμα της, το γέλιο βρήκε τη θέση του στο πρόσωπό της απαλά και γλυκά, έγινε χαμόγελο αληθινό.
«Τι σημαίνει για εσένα το αίμα;” μπόρεσα τότε να την ρωτήσω. Δεν ήξερε, πέρα από τον πόνο και τον φόβο.
Και μια μέρα, κάπου ανάμεσα στις θεραπείες, ήρθε η απάντηση. Παιδί, το κατσίκι. Προστάτευε το ασπρούλι, και το άλλο με τα μικρά κέρατα και το καφέ με τις βούλες, κάποιο όμως έπρεπε να σφαχτεί, κάποιο ξέφευγε από την προστασία της, εκείνη με τον τρόπο της το διάλεγε. Έκλεινε τ’ αυτιά γυρνούσε από την άλλη. Αλλά όταν το κρεμούσαν ανάποδα, έβλεπε το αίμα να τρέχει ποτάμι από το στόμα και τα μάτια του. Ο πατέρας, τότε που κόπηκε με το αλυσοπρίονο ψηλά στο μηρό, έτρεχε παντού αίμα, ο πατέρας. Η μύτη της άνοιγε συχνά παιδί, φοβόταν. Μια μέρα δε σταματούσε το αίμα, κυλούσε ώρα, άνοιξε ποτάμι σα βρύση, πήγματα, παραλίγο να πνιγεί στο αίμα της δε μπορούσε να ανασάνει. Και άλλα, και άλλα, όπως τότε που λιποθύμησε σχολείο με ματωμένο τζιν, την πήγαν σηκωτή σπίτι, και άλλα πιο δύσκολα που δε θα γραφτούν εδώ, ήρθαν σαν το αίμα οι θύμησες και την τύλιξαν.
‘Επιασε απαλά την κοιλιά, τη μήτρα της. Kατάλαβε: δεν της επέτρεπε να ελευθερώσει το αίμα, κάθε κύτταρό της φοβόταν, όλο το σώμα ήταν σε σύσπαση, σε άρνηση, το αίμα σήμαινε φόβος και θάνατος, νόμιζε πως θα αδειάσει και η ζωή μαζί του.
Συνδέθηκε με τη δύναμη του αίματος του κύκλου της. Έζησε τον πρώτο της κύκλο χωρίς πόνο. Το αίμα κυλούσε, χωρίς πόνο. Αναρωτιόταν αν ήταν περίοδος, δεν είχε ποτέ ξανά αυτή την εμπειρία. Μιλήσαμε για τη δύναμη αναγέννησης που έχει η ροή της περιόδου. Την κάθαρση και λύτρωση που φέρνει, την ιερή ετοιμασία που κάνει το σώμα κάθε μήνα για να υποδεχθεί τη ζωή. Απορρίπτεται το παχύ στρώμα αιμάτωσης που είχε δημιουργηθεί στο ενδομήτριο περιμένοντας το γονιμοποιημένο ωάριο. Τον επόμενο μήνα, θα δημιουργηθεί ξανά. ‘Η αλλιώς, «αλλάζει τα σεντονάκια της η μήτρα κάθε μήνα για να στρώσει μετά καθαρά, να περιμένει το μωρό που ίσως έρθει», μου έλεγε η μητέρα μου παιδί.
Τόσο απλά, αλλάζει τα σεντόνια …
#healingthewomb, #AcupunctureVolos, #XanthippiAcuhealing